ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ
Πρὸς Δυσμὰς τῆς Μονῆς ἐκτείνεται ὁ Κῆπος, ἕνα μακρὺ τρίγωνο μὲ ὀπωροφόρα δένδρα μέσα στὴν ἔρημο καὶ μιὰ πραγματικὴ ὄαση ἀνάμεσα στὰ γρανιτένια ὄρη. Ἡ σωματικὴ ἐργασία ἦταν πάντοτε ἕνα οὐσιῶδες μέρος τῆς ζωῆς τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχοῦ. Ὁ κῆπος τῆς Μονῆς τοῦ Σινᾶ εἶναι ἔργο τῆς ἀκούραστης ὑπομονῆς τῶν Μοναχῶν στὸ διάβα τῶν αἰώνων, ποὺ μετέφεραν χῶμα ἀπὸ κάθε γωνιὰ τῶν ἄγονων Σιναϊτικῶν κοιλάδων καὶ κατεσκεύασαν δεξαμενὲς γιὰ νὰ συγκεντρώσουν τὰ ἐλάχιστα ὄμβρια ὕδατα.
Παραπλεύρως τοῦ κήπου εὑρίσκεται τὸ Κοιμητήρι καὶ τὸ Ὀστεοφυλάκιο. Ἡ διαμόρφωση τοῦ Κοιμητηρίου εἶναι ἁπλῆ, μὲ ἕναν μόνο Σταυρὸ νὰ δηλώνει τὴν θέση ἐνταφιασμοῦ. Ὁμοίως ἁπλᾶ πραγματοποιεῖται καὶ ἡ ταφὴ τῶν κεκοιμημένων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἐναποτίθενται ἐντὸς τοῦ ἀνοιγμένου λάκκου ραμμένοι μέσα στὸ ράσο τους, χωρὶς τὴν χρήση ὁποιουδήποτε φερέτρου. Σὲ ἰδιαίτερο κουβούκλιο ἐντὸς τοῦ ὀστεοφυλακίου, φυλάσσεται ἀκέραιο, ἐνδεδυμένο τὸ μοναχικὸ σχῆμα, τὸ λείψανο τοῦ ὁσίου Στεφάνου τοῦ Σιναΐτου, διὰ τὸν ὁποῖον ἀναφέρει ὁ ὅσιος Ἰωάννης στὴν Κλίμακα (κεφ. Ζ΄). Ἔζησε κατὰ τὸν 6ο αἰῶνα σὲ ἕνα μικρὸ σπήλαιο τοῦ ὄρους Χωρήβ, τὸ ὁποῖο ἔγινε καὶ ὁ τάφος του.
Ἄνωθεν τοῦ Ὀστεοφυλακίου κεῖται τὸ παρεκκλήσι τοῦ ἁγίου Τρύφωνος. Χρονολογικῶς ἀνάγεται μετὰ τὰ μέσα τοῦ 19ου αἰῶνος, χαρακτηρίζεται δὲ ἀπὸ στοιχεῖα ἐκλεκτικοῦ νεοκλασσικισμοῦ μὲ ὀρθογώνια παράθυρα καὶ ἔξεργους γωνιόλιθους στὶς γωνίες. Ὀριζόντιο γεῖσο καὶ στηθαῖο ἐπιστέφει τὴν ὅλη τοιχοποιία. Ἡ δυτικὴ καὶ ἡ ἀνατολικὴ πλευρὰ τῆς ἀνωδομῆς ἐπιστέφεται ὰπὸ μικρὸ διακοσμητικὸ ἀέτωμα ἀνεστραμμένης καρίνας.
Ἀκριβῶς ἔμπροσθεν τῆς εἰσόδου τῆς Μονῆς συναντᾶται τὸ κτίριο «τοῦ Κυρίλλου». Πρόκειται γιὰ ἕνα συγκρότημα κατασκευασμένο ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Σινᾶ Κύριλλο (1859-1866), τὸ ὁποῖο σήμερα χρησιμοποιεῖται κυρίως ὡς ξενώνας γιὰ τὶς Μοναχὲς ποὺ ζοῦν στὸ Νότιο Σινᾶ, ὅταν προσέρχονται ἀπὸ τὰ Ἡσυχαστήριά τους γιὰ νὰ μετάσχουν στὶς ἀκολουθίες τῆς Μονῆς.
Παραπλεύρως αὐτοῦ στεγάζεται τὸ Ἰατρεῖο γιὰ τὶς πρῶτες βοήθειες τόσο τῶν Πατέρων ὅσο καὶ τῶν Βεδουΐνων καὶ τῶν ἐπισκεπτῶν. Τὸ ἰατρεῖο τῆς Μονῆς, ὅπου ὑπηρετεῖ μόνιμα ἰατρός, ἀποτελεῖ μιὰ ἀκόμη κοινωνικὴ προσφορὰ τῆς Σιναϊτικῆς ἀδελφότητος.
Δυτικότερα τῶν ἐγκαταστάσεων αὐτῶν ἔχει ἀναπτυχθεῖ στὶς ἡμέρες μας σύγχρονος Ξενώνας τῆς Μονῆς γιὰ προσκυνητὲς καὶ ἐπισκέπτες.
Ὄπισθεν τοῦ ἀνατολικοῦ τείχους τῆς Μονῆς εὑρίσκεται μικρὸ Κάθισμα μὲ ὀπωροφόρα δένδρα. Τὴν εἰκόνα τῆς περιοχῆς συμπληρώνουν διάφοροι βοηθητικοὶ χῶροι, ὅπως ἐργατικὲς κατοικίες, ἀποθῆκες κλπ.
Ἡ κοιλάδα τῆς Μονῆς καταλήγει ἑκατέρωθεν σὲ δύο λόφους μὲ ἀντίστοιχα παρεκκλήσια στὶς κορυφές τους. Στὸν λόφο Δυτικὰ εὑρίσκεται τὸ παρεκκλήσι τοῦ Προφήτου Ἀαρών, ὅπου εἰκάζεται πὼς ἔλαβε χώρα ἡ προσκύνησις τοῦ χρυσοῦ μόσχου (Ἔξοδος ΛΒ΄, 1-20). Στὸν λόφο Ἀνατολικὰ κεῖται τὸ παρεκκλήσι τῶν ἁγίων Θεοδώρων, στὸν τόπο ὅπου ὁ πεθερὸς τοῦ Μωυσῆ Ἰοθὸρ προσέφερε δοξολογικὴ θυσία στὸν Θεό (Ἔξοδος ΙΗ΄, 12). Ἀπὸ ἐδῶ ὁ προσκυνητὴς ἀντικρύζει τὶς δύο περίφημες κορυφές, τοῦ Δεκαλόγου καὶ τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης.